ΔΙΑΦΟΡΑ

Τα κρασιά της Β. Ελλάδας ενθουσίασαν τη γερμανίδα Master of Wine

Τα κρασιά της Β. Ελλάδας ενθουσίασαν τη γερμανίδα Master of Wine
Share

Η Caro Maurer συμμετέχει ενεργά στην εκπαίδευση μαθητών MW στο Ινστιτούτο Master of Wine, όπου είναι πρόεδρος του Admission Committee.

«Το ελληνικό κρασί είναι καταπληκτικό», αναφωνεί και συνοδεύει τον ενθουσιασμό της με ακόμα μια γουλιά εξαιρετικής Μαλαγουζιάς από τους αμπελώνες της Βόρειας Ελλάδας. Η Caro Maurer, η οποία από το 2011 είναι η πρώτη γυναίκα Master of Wine από όλες της γερμανόφωνες χώρες, δεν μπορεί να κρύψει την ικανοποίησή της για την ποιότητα των ελληνικών κρασιών, τα οποία συχνά δοκιμάζει με τις πολλαπλές ιδιότητές της στον χώρο του κρασιού, τον οποίο υπηρετεί πιστά εδώ και πάνω από δυόμισι δεκαετίες.

Συγγραφέας κρασιού περισσότερο από 25 χρόνια, καθηγήτρια WSET Diploma στη Γερμανία, την Αυστρία, τη Σουηδία, τη Νορβηγία, στη φημισμένη για τα κρασιά της περιοχής του Μπορντώ αλλά και της εξίσου διάσημης στον χώρο του οίνου Τοσκάνης, η Caro Maurer συμμετέχει ενεργά στην εκπαίδευση μαθητών MW στο Ινστιτούτο Master of Wine, όπου είναι πρόεδρος του Admission Committee και μέλος του συμβουλίου. Διοργανώνει είσης εκπαιδευτικά σεμινάρια και γευσιγνωσίες για πολυάριθμες ενώσεις κρασιού, όπως η Wines of Alentejo και η VDP, είναι κριτής σε διεθνείς διαγωνισμούς κρασιού, όπως το Decanter WWA στο Λονδίνο, αλλά και εμπορικός σύμβουλος της Edeka, της μεγαλύτερης αλυσίδας supermarket της Γερμανίας.

Ήταν στα τέλη του περασμένου Ιουνίου, όταν αυτή η πολύπειρη Master of Wine εξηγούσε, ένα ασυνήθιστα ηλιόλουστο -για τα δεδομένα του Αμβούργου- απόγευμα, σε μια ευάριθμη ομάδα ανθρώπων από διάφορους εργασιακούς κλάδους της Γερμανίας που σχετίζονται με το κρασί, το λόγο για τον οποίο τα κρασιά από τους αμπελώνες της Βόρειας Ελλάδας αξίζουν μια θέση στη γερμανική αγορά.

Στο σεμινάριο οίνου που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «Ενημέρωση στα κράτη μέλη Ελλάδα-Γερμανία», το οποίο συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα, προκειμένου να προβληθούν οι οίνοι ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης) και ΠΓΕ (Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης) της Βόρειας Ελλάδας, συμμετείχαν επαγγελματίες από το χώρο της εμπορίας οίνου και της εστίασης, από τον ξενοδοχειακό κλάδο και δημοσιογράφοι.

Η Caro Maurer σε συνεργασία με το γραφείο της ένωσης «Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος» δημιούργησαν τη λίστα των 9 κρασιών που δοκιμάστηκαν στο σεμινάριο οίνου, επιλέγοντας αντιπροσωπευτικούς οίνους των κατηγοριών ΠΟΠ και ΠΓΕ από περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, δίνοντας παράλληλα έμφαση στις γηγενείς ποικιλίες. Με αυτό το σκεπτικό παρουσιάστηκαν οι περιοχές ΠΟΠ Ζίτσα, Νάουσα και Πλαγιές Μελίτων με τις ποικιλίες Ντεμπίνα, Ξινόμαυρο και Λημνιό αντίστοιχα, ενώ από τις ΠΓΕ Δράμα, Καστοριά, Πλαγίες Πάικου και Βελβεντό, δοκιμάστηκαν οι ποικιλίες Μαλαγουζιά, Ασύρτικο, Ξινόμαυρο και Τσαπουρνάκος.

Καθώς τα ποτήρια γέμιζαν και ξαναγέμιζαν στη διάρκεια της γευστικής δοκιμής, η Master of Wine Caro Maurer είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει στους προσκεκλημένους εκπροσώπους της HoReCa και των ΜΜΕ, τη σημερινή αμπελοοινική εικόνα της Βόρειας Ελλάδας ευρύτερα, εξηγώντας πως η υψηλή ποιότητα των κρασιών της περιοχής είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη συνεχή εξέλιξη τόσο στο αμπέλι όσο και στο ίδιο το οινοποιείο. Τη σύγχρονη αυτή εικόνα του κρασιού της Βόρειας Ελλάδας, «παντρεύοντάς» την ωστόσο με μια ιστορική οινική κληρονομιά χιλιετιών, παρουσίασε στο σεμινάριο της ένωσης «Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος» και η διευθύντρια marketing και επικοινωνίας της, Αλεξάνδρα Ανθίδου, η οποία έγινε αποδέκτης πολλών ερωτήσεων αλλά και εκδηλώσεων ενθουσιασμού -ειδικά για τις λευκές ποικιλίες- μετά το πέρας της εκδήλωσης, αφού πολλοί από τους συμμετέχοντες επέλεξαν να παραμείνουν και να δοκιμάσουν ακόμη μια φορά κάποια από τα εξαιρετικά κρασιά της Βόρειας Ελλάδας. Η ίδια η Caro Maurer άλλωστε δεν έκρυβε τον ενθουσιασμό της και για τα δύο flight της γευστικής δοκιμής, λέγοντας με έμφαση πως τόσο τα τέσσερα λευκά όσο και τα πέντε ερυθρά κρασιά που δοκιμάστηκαν ήταν εξαιρετικά τόσο ως προς την έκφραση των ποικιλιών τους όσο και ως προς την εξέλιξη της ωρίμασης και παλαίωσής τους, αφού οι χρονιές που δοκιμάστηκαν έφτασαν έως το 2013.

Εξάλλου, το σεμινάριο στάθηκε αφορμή και για επιπλέον συζητήσεις που αφορούν το κρασί, όπως για τον οινοτουρισμό με τα επισκέψιμα οινοποιεία του δικτύου «Δρόμοι του Κρασιού της Βορείου Ελλάδος» της Ένωσης, αλλά και την υπεύθυνη και ασφαλή κατανάλωση αλκοόλ, αφού και αυτός ο τομέας είναι μεταξύ των στόχων του προγράμματος, όπου μέσα από ενέργειες και σεμινάρια οίνου, όπως το συγκεκριμένο του Αμβούργου, προωθεί -μεταξύ άλλων- την αξία της επιλογής της ποιότητας στα προϊόντα που επιλέγουμε και γενικότερα την οινική κουλτούρα.

Τα εξαιρετικά ελληνικά κρασιά του σήμερα και η «κακή» ρετσίνα από το παρελθόν…

Έχοντας επισκεφθεί πολλές φορές τη χώρα μας, η Caro Maurer είναι η πλέον ειδική θα έλεγε κανείς για να μιλήσει για τα κρασιά της Ελλάδας. «Δεν θα μιλούσα ποτέ για τα κρασιά μιας περιοχής, την οποία δεν έχω η ίδια επισκεφθεί. Μπορείς να έχεις άποψη μόνο αν έχεις επισκεφθεί τους αμπελώνες και τα οινοποιεία της, αν έχεις αγγίξει το έδαφος όπου φυτρώνει το σταφύλι, αν έχεις μιλήσει με τους ίδιους τους οινοποιούς. Νομίζω πως τα ελληνικά κρασιά ανήκουν στην κατηγορία των πιο υποεκτιμημένων κρασιών στον κόσμο αυτή τη στιγμή και εκτιμώ ότι ίσως πάρει λίγο καιρό ώσπου να πειστούν όλοι να τα δοκιμάσουν. Ωστόσο, θεωρώ πως είναι εξαιρετικά σημαντικό που με εκδηλώσεις όπως το σεμινάριο οίνου και τη γευστική δοκιμή στο Αμβούργο, οι οινοποιοί της Βόρειας Ελλάδας αναδεικνύουν το μεγαλείο του ελληνικού κρασιού», τονίζει η πρώτη γυναίκα Master of Wine από τις γερμανόφωνες χώρες.

«Η νέα εποχή του κρασιού στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά στην ποιότητα ξεκίνησε τη δεκαετία του ’80-’90 και αν δει κάποιος τα νούμερα των εξαγωγών θα διαπιστώσει πως το ενδιαφέρον μετατοπίστηκε από την εγχώρια αγορά στην αγορά του εξωτερικού μόλις την τελευταία 20ετία. Κι αυτό που έγινε ήταν πως έπρεπε το ελληνικό κρασί να κατακτήσει μια λίγο-πολύ διαμορφωμένη ήδη αγορά κρασιού σε όλο τον κόσμο και έπρεπε να πείσει τους καταναλωτές να το δοκιμάσουν για να κατανοήσουν την υψηλή ποιότητά του. Κι όπως η Γερμανία έχει τις δικές της ποικιλίες που θεωρούνται η «ταυτότητά» της στον χώρο του κρασιού, όπως το Riesling, έτσι και οι ελληνικές ποικιλίες που είχαν ώς τότε περάσει στη συνείδηση του μέσου καταναλωτή ήταν το Ασύρτικο και το Ξινόμαυρο. Κι έπρεπε μετά να πείσει ότι πέραν αυτών των δύο διαδεδομένων ποικιλιών υπάρχουν κι άλλες εξίσου εξαιρετικές, όπως η μαλαγουζιά», σημειώνει, επισημαίνοντας ωστόσο πως «χρειάζεται ορισμένος χρόνος για να πείσεις κάποιον να κάνει τη στροφή καθώς οι περισσότεροι πίνουν αυτό που ήδη γνωρίζουν». Όμως δηλώνει βέβαιη πως αν δοκιμάσει κάποιος μια από τις εξαίσιες ποικιλίες των ελληνικών αμπελώνων, σίγουρα θα τις ερωτευτεί!

Σημαντικό προς αυτή την κατεύθυνση -της πρώτης δοκιμής- είναι να πειστούν πρώτα οι άνθρωποι του εμπορίου οίνου και της γαστρονομίας ώστε να προσθέσουν τις ελληνικές ετικέτες στα προϊόντα που προωθούν, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Caro Maurer.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, ρωτήσαμε την πολύπειρη Master of Wine, αν το ελληνικό κρασί θα μπορούσε να κατακτήσει τη γερμανική αγορά και η απάντηση ήρθε μέσω της …τουριστικής οδού. «Το πολύ μεγάλο πλεονέκτημα του ελληνικού κρασιού είναι ότι προέρχεται από μια χώρα που γνωρίζει καλά σχεδόν κάθε Γερμανός αφού την επισκέπτεται όχι μόνο μία αλλά πολλές φορές! Όταν οι άνθρωποι ταξιδεύουν κάπου δοκιμάζουν τα τοπικά προϊόντα και πίνουν και ελληνικό κρασί. Υπάρχει ωστόσο και μια “κληρονομιά” από το παρελθόν, αυτή της ρετσίνας από τη δεκαετία του ’70, που είναι ακόμη στο μυαλό πολλών. Και δεν μιλώ φυσικά για τη σημερινή υψηλής ποιότητας ρετσίνα όπως, για παράδειγμα, το “Δάκρυ του Πεύκου” από τον Κεχρή, αλλά για τη χύμα ρετσίνα που σερβίρονταν μαζικά στις ταβέρνες και κανείς δεν ήξερε τον παραγωγό. Οι άνθρωποι θα πρέπει να ξεπεράσουν σίγουρα κάποιες από τις προκαταλήψεις του παρελθόντος αλλά είμαι σίγουρη πως με οινοποιεία όπως του Γεροβασιλείου και του Μπουτάρη, μια που μιλάμε για Βόρεια Ελλάδα, κάτι τέτοιο δεν θα είναι δύσκολο», απαντά και μας δίνει ραντεβού σε κάποιο από τα εξαίσια, όπως τα χαρακτηρίζει, οινοποιεία της Βόρειας Ελλάδας.

Πηγή

To Top